Δερέκα Άννα

Δερέκα Άννα

Σπουδές Ατομικές εκθέσεις (εσωτερικού - εξωτερικού) / Έργα Επαγγελματική Δραστηριότητα Μέλος άλλων οργανώσεων εθνικών ή διεθνών σχετικών με τα εικαστικά Βραβεία - Διακρίσεις
Φωτογραφικό Υλικό
Τόπος Γέννησης:

Θεσσαλονίκη

Τόπος Κατοικίας:

Ιωάννινα

Τηλέφωνο:

6972433183

Σπουδές

Σπούδασε στην Zurich – HELVETIA, INNENARCHITEKTUR, και αποφοίτησε με Gut.

Είκοσι χρόνια, αργότερα, πήγε στην Ισπανία για σπουδή της γλώσσας στο Πανεπιστήμιο της Βαλένθια.

Ατομικές εκθέσεις (εσωτερικού - εξωτερικού) / Έργα

Τίτλοι Έργων

1977: Φθινοπωρινό θάρρος
1979: 69 Ποιήματα αγάπης
1980: 69 Ποιήματα αγάπης,/β΄έκδοση /
1981: Δύο φορές λέν την αλήθεια ή ο σπόρος του καιρού
1986: Αίμα πηγμένο επάνω
2000: Υδάτινες φλέβες./ Έκδοση Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Ιωαννίνων/.
2005: Επάργυρον / Έκδοση ΤΕΔΚ Ν.Ιωαννίνων/.

2006: Στάσις Άγιος Νικόλαος

 

Επαγγελματική Δραστηριότητα

Αρχισυντάκτρια πολιτιστικών ημερησίας εφημερίδας και παραγωγός πολιτιστικών εκπομπών του Δημοτικού Ραδιοφώνου Ιωαννίνων.

Μέλος άλλων οργανώσεων εθνικών ή διεθνών σχετικών με τα εικαστικά

Μικρό Κριτικό Ανθολόγιο

Για την ποίηση της Άννας Δερέκα
Από τον καιρό του Σολομώντος έχω ν’ ακούσω μια τέτοια μουσική
 
«… Ποιος σούπε πως «η άνοιξη είναι μια σπασμένη χορδή / στο λαιμό του καναρινιού / μια τσαλακωμένη κοριτσίστικη φούστα / μια μπούκλα απ’ τα ξανθά μου μαλλιά»; Εσύ, που τάμαθες αυτά; Σε ποια ποίηση «εντρύφησες»; Ίσως της Άπω Ανατολής μπορεί και το πιο πιθανό μια ελικώνια μούσα όταν ήσουν μικρή να σε βάφτισε σε καμμιά «Παγά Λαλέουσα».
Πάντως δεν είσαι πλάσμα του κόσμου αυτού. Είσαι πιο πολύ ένας χείμαρρος που παρασέρνει ό,τι μικρό και μεγάλο βρίσκει μπροστά του, που ανατινάζει κατεστημένα και μη, καταλύει «πυρετούς», «κεραυνούς και πυρκαγιές». Οι στίχοι κάποτε μοιάζουν με κοτρόνες και άλλοτε με ανάλαφρα παιχνιδάκια σε χέρια παιδιών. Αφέλεια μα και γνώση, παιδικότητα και φλεγόμενη σάρκα, Σαπφώ ή Σουλαμίτις, αλλά και πληγωμένη, ανοιχτή στον έρωτα, και άδεια σα μια μαύρη τρύπα από πουκάμισο. Πλημμυρισμένη από αισθήσεις, αισθησιακή, διαχύνεσαι μέσα στο ερωτικό σώμα, για να γίνεις ένα μ’ αυτό «χυμός» που αναβλύζει από πρωινά φρεσκοξυπνημένα χείλη, πούναι «γλυκειά ψίχα» μ’ ένα μικρό κόκκο αλατιού. Αλλά και «δίνη», ανεμοστρόβιλος, ωκεανός, απεραντοσύνη, ζυμωμένη, άκου άκου «με μέλι και στάρι».
Που στην ευχή βρήκες αυτό το πάθος όπου μέσα του να «ενδημεί» η τρυφερότητα, η γλύκα και το πένθος; Τι σόι αβρή κοπέλα είσαι όταν συνηθίζεις να στροβιλίζεις τα φιλιά «σαν άνεμος σε νυχτερινό κατάρτι». Ξέρεις πως είσαι μια παραφωνία σ’ αυτό το «μικρόψυχο καιρό» με τα «άγχη» και τις «φυγές» και πως οι στίχοι που κατακλύζουν την πιάτσα βρωμάν σα μπαγιάτικα ψάρια; Από τον καιρό του Σολομώντος έχω ν’ ακούσω μια τέτοια μουσική. Θάπρεπε ν’ αντιγράψω τις περισσότερες σελίδες του βιβλίου σου για να σου δείξω τη συγκίνηση που με κατέχει. Η φαντασία σου κυριολεκτικά οργιάζει δεν ξέρει «φραγμούς» «βλέπει» καταπληκτικές εικόνες. «Το κορμί σου μια γέφυρα για τ’ άστρα». Ελεύθερα τολμά τις πιο καταπληκτικές συζεύξεις όπου οι αισθήσεις λειτουργούν κυριολεκτικά ποιητικά: «Τα ξανθά μου μαλλιά / θορυβούν πάνω / στα εμπριμέ σεντόνια». Τι αίσθηση που «ν’ ακούει» το «θόρυβο» των μαλλιών «στα εμπριμέ σεντόνια». Ακόμη η ποίησή σου δεν ανήκει στον κλειστό χώρο, αναπνέεις έξω στον ανοιχτό χώρο, η φύση, η τροπική θάλεγα σε συνεπαίρνει. Όμως έχεις πολλή δύναμη μέσα σου για να την αντέξεις. Η χούφτα σου μπορεί να χωρέσει μια … άνοιξη.
Και ο αγαπημένος σου μοιάζει: «μ’ ένα τεράστιο κλαδί / φορτωμένο άνεμο». Με μια τέτοια ευαισθησία και με ένα τέτοιο φλογισμένο ταμπεραμέντο ότι θ’ αγγίζεις θα μεταμορφώνεται σε ποίηση.»
 
Γιώργος Στογιαννίδης – Ποιητής
16 Φεβρουαρίου 1980
 
 
Υπάρχει μια μυθολογία της μνήμης και της νοσταλγίας και συνιστά ένα βασικό παράγοντα μυθοπλασίας
 
« … Υπάρχει μια μυθολογία της μνήμης και της νοσταλγίας, που διαχέεται παντού, σ’ όλη αυτή την παραγωγή και συνιστά ένα βασικό παράγοντα μυθοπλασίας. Η μυθολογία αυτή τροφοδοτείται από έναν ακατάπαυστο ή ζωηρό διάλογο της αφηγήτριας με τους χαμένους, που κατοικούν τον αλλοτινό κόσμο της μνήμης, έναν κόσμο που μένει ζωντανός κι ενεργητικός μέσα από τη μνήμη των προσώπων, πιο πραγματικός απ’ τον πραγματικό.
   Σ’ αυτή τη μυθολογία υλοποιείται απλά και σαν αυτονόητα μια κοσμοθεωρητικής τάξης αντίληψη, που χαρακτηρίζει την παράδοση «της καθ’ ημάς Ανατολή»: η αντίληψη της ενότητας «ζώντων και νεκρών». Σύμφωνα μ’ αυτή την αρχή, η ανθρώπινη κοινότητα νοείται πάντοτε ως κοινότητα ζωντανών και νεκρών, τωρινών και αλλοτινών, παρόντων και απόντων, όχι μόνο μέσα από ένα φανταστικό διάλογο, αλλά μέσα από μια αίσθηση αίσθηση συνύπαρξης, αμοιβαιότητας, κοινής ευθύνης: μια αίσθηση που εκκολάπτεται μέσα σ’ ένα κλίμα οικειότητας, που δεν την διαταράσσει κανείς μεταφυσικός τρόμος.
«Όλα είναι αυτονόητα σ’ αυτό τον δρόμο. Τα οξειδωμένα σίδερα, οι νεκροί μαγαζάτορες που επιμένουν ν’ ανοίγουν αυτοί τις αμπάρες από τα καταστήματά τους». – «Στην οδό Αβέρωφ».
 
Ερατοσθένης Γ. Καψωμένος
Κοσμήτορας της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων
 
 
«Είναι το μωβ του Υπερρεαλισμού στην Ήπειρο»
 
« … Η Άννα Δερέκα είναι δημοσιογράφος σε καθημερινή εφημερίδα, παραγωγός πολιτιστικών εκπομπών 15 χρόνια στο Δημοτικό ραδιόφωνο της πόλης, μέλος της συντακτικής ομάδας του φιλολογικού περιοδικού Φηγός, ποιήτρια και πεζογράφος.
Το έργο της χωρίζεται σε ποιήματα και διηγήματα που χαρακτηρίζονται σαν πεζά ποιήματα, αλλά και η δημοσιογραφία της είναι λογοτεχνική, ένα είδος δημοσιογραφίας που ασκούν ελάχιστοι στην Ελλάδα.
Η Άννα Δερέκα διαμόρφωσε την συγγραφική της προσωπικότητα μακριά από την Ήπειρο, αλλά έχει επιλέξει την Ήπειρο, ζώντας στα Ιωάννινα, ενσωματώνοντάς τα μέσα στο έργο της. Βλέπε «Υδάτινες Φλέβες», μία ολόκληρη ποιητική συλλογή που αφορά τις 17 πνιγμένες στη Λίμνη, «Οδός Αβέρωφ», «Στάσις Άγιος Νικόλαος», «Διεθνές» κ.α. και έτσι κατατάσσεται με το έργο της στην ομάδα Ηπειρωτών Λογοτεχνών γράφει : « Με το κριτήριο της εντοπιότητας αντιπροσωπεύει την τοπική λογοτεχνική παραγωγή με συγγραφείς που ζουν στα Ιωάννινα όπως ο Φρίξος Τζόβας.».
Ποια στοιχεία γραφής διαφοροποιούν την Άννα Δερέκα; «Είναι το μωβ του υπερρεαλισμού στην Ήπειρο» έγραψε γι’ αυτήν ο ποιητής Απόστολος Ζώτος. Υπερρεαλιστική γραφή λοιπόν, μέσα σε μία θεματολογία που κινείται ανάμεσα στον έρωτα και στο θάνατο.
Για την Άννα Δερέκα, δεν υπάρχουν ζώντες και τεθνεώντες, πραγματικό και φανταστικό, ηθικό και ανήθικο. Πείθεσαι ότι οι νεκροί ζουν. Ζώντας αυτή τη ζωή, ζει μιαν άλλη, την φανταστική, που γι’ αυτήν είναι η πραγματική ζωή. Πορεύεται μαζί με τις γυναίκες του μύθου, της ιστορίας και τις καθημερινές, αδιαχώριστα. Ποζάρει στις 17 πνιγμένες που βγαίνουν από την λίμνη για να την φωτογραφήσουν, και η ίδια, στην επίσκεψή της στο κοιμητήριο Αγίου Νικολάου, προτείνει στον Σπυρίδωνα Μέκιο που απεβίωσε το 1885 «Πάμε στο μουσείο του πρότεινα, θα φωτογραφηθούμε με τα’ αγάλματα, θα αγοράσουμε κάρτες και ενημερωτικά φυλλάδια, πάμε, το μυαλό δεν έχει ηλικία, ούτε θάνατο … Φορούσε κόκκινη φλωτάν γραβάτα. Έβγαλα ένα καθρεφτάκι και το χάρισα, έτσι αυθόρμητα στον Λέων Καφταντζόγλου, για να τον παρηγορήσω. Το πήρε αλαζονικά, σαν να το χρειαζότανε και αναπότρεπτα, με μια εφηβική έλξη άρχισε να κοιτάζεται … μες το ημικυκλικό καθρεφτάκι, ξεπλάθονταν η δισταχτική ελπίδα για την απραγματοποίητη αφθαρσία…». Η ιδιαιτερότητά τους είναι ότι αν και διαπραγματεύονται τον θάνατο, διασχίζονται από ερωτικά ρίγη. Στο «Στάσις Άγιος Νικόλαος», οι νεκροί τινάζονται από ξαφνικούς σπασμούς ερωτικούς. Αναφέρω ένα δεύτερο χαρακτηριστικό παράδειγμα, στο κείμενο «Τώρα περπατάω ανάμεσά σας αόρατη με μια μάσκα μαύρο φόρεμα»:
«… Τις νύχτες ονειρευόμουν το ωραίο του κεφάλι κομμένο να κυλάει στις φλέβες μου. Να μου το κατεβάζουν οι φλέβες μου, όπως κατέβαζε ο Έβρος ποταμός το κεφάλι του Ορφέα. Το κεφάλι του Ορφέα να τραγουδάει, το αγαπημένο μου κεφάλι να πλέει νεκρό κι εγώ να κλαίω για πάντα.
   Να ασφαλίζω το σώμα στον τάφο. Και τις νύχτες, να πέφτουν ένας ένας οι επίδεσμοι. Να ξαναγεννιέται. Να ξαναγεννιέμαι με τη νέα του γέννηση. Και τότε, πάλι έρωτας…»
Η Άννα Δερέκα χαρακτηρίστηκε και σαν «Ερωτική ποιήτρια της πόλης». Τα «69 Ποιήματα Αγάπης» κρίθηκαν από την Ακαδημία Αθηνών το 1979, το καλύτερο ποιητικό βιβλίο, της χρονιάς στην Ελλάδα, με στίχους όπως αυτόν:
«Η άνοιξη είναι μια σπασμένη χορδή / στο λαιμό του καναρινιού / μια τσαλακωμένη κοριτσίστικη φούστα / μια μπούκλα από τα ξανθά μου μαλλιά / που πόθησαν οι κραυγές σου.»
Η Γλωσσική της ιδιαιτερότητα. Όλο της το έργο χαρακτηρίζεται από ένα ωραίο πλουσιότατο διαχρονικό λεξιλόγιο. Η γλώσσα της είναι η ζωντανή καθομιλουμένη, χωρίς τις περιττές ξένες λέξεις τόσο αγαπητές σε πολλούς σύγχρονους λογοτέχνες που τις μεταχειρίζονται αγνοώντας τις αντίστοιχες ελληνικές.
   Διαβάζοντας το σύνολο του έργου της, διαπίστωσα και την ιδιάζουσα σχέση της με το νερό. Το νερό είναι ζωή και θάνατος. Στο έργο της, ακόμη και το αίμα καθώς και το νερό πνίγονται: «… μια φλεβίτσα ποταμάκι στο αριστερό μου χέρι, / θα’ναι ο Αχέροντας που τα’ οδηγεί…», «… όλοι με γνώριζαν, όλοι λέγανε είναι η αρραβωνιαστικιά του ποταμού, φέρτην στο τραπέζι…», και το ποίημα «Ιωάννινα», κλείνει με τους στίχους «… Η λίμνη πνίγεται / Κάθε λεπτό / Μές στα νερά της…».
Για το σύνολο του έργου της και πιστεύοντας στη ρωγμή που κάνει στην Σύγχρονη πεζογραφία, με έναν ιδιαίτερο τρόπο γραφής, αποφασίσαμε στο Τμήμα Μεσογειακών Γλωσσών και Λογοτεχνίας του Λέτσε όπου διδάσκω, να δώσουμε σε μεταπτυχιακή ιταλίδα φοιτήτρια ως θέμα για την διδακτορική διατριβή της «ΑΝΝΑ ΔΕΡΕΚΑ, Η ΠΟΙΗΤΡΙΑ. Η ΖΩΗ ΤΗΣ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΚΡΑΥΓΗ ΚΑΙ ΤΗ ΣΙΩΠΗ». Είναι η πρώτη φορά που δίνεται σε ένα Ιταλικό Πανεπιστήμιο, σαν θέμα διατριβής, η ζωή και το έργο ενός Έλληνα ποιητή που ζει και εργάζεται στην επαρχία. Σε μια Ημερίδα – Θεσμό, που οργανώνεται κάθε χρόνο στο Λέτσε από τον Δήμο εν συνεργασία με το Πανεπιστήμιο, κατά την οποίαν τιμάται ένας ποιητής από ένα Μεσογειακό κράτος, φέτος καλέσαμε την Άννα Δερέκα για να αντιπροσωπεύσει την Σύγχρονη Ελληνική Ποίηση. Το έργο της θα το παρουσιάσει ο κοσμήτωρ της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων Ερατοσθένης Καψωμένος. Έχει μεταφραστεί μεγάλο μέρος των ποιημάτων της στα Ιταλικά και θα απαγγελθούν από γνωστούς Ιταλούς ηθοποιούς θεάτρου.»
 
Βαρώνη Isabel Bernadini d’ Arnesano
Καθηγήτρια Νέας Ελληνικής Λογοτεχνίας
Πανεπιστήμιο Λέτσε, Ιταλία
 
                                                           
 
«Δεν κάθονται να σε διδάσκουν από έδρας στο Πανεπιστήμιο, μπας και ειδοποιήσουν για κάτι τα έρμα τα’ άτυχα παιδιά;»
 
 
«… Άργησα να διαβάσω το «Αίμα» σου «πηγμένο επάνω». Θέλω να σου πω – κι άκου εμένα! Όχι όποιους άλλους, που δεν ξέρω αν μπορούν να πιάσουν τόσο βαθύτατους πόνους σου – πως είσαι πολύ, πάρα πολύ αληθινή. Είσαι όπως νιώθεις πράγματι και να μην αμφιβάλλεις! (Άλλο τι ‘’σημαίνει’’, τι ‘’βγαίνει’’; Αν θες: Τίποτ’ απ’ όλ’ αυτά ούτε ‘’αξίζει’’ τίποτα μπρος στο χάος, ούτε ‘’σημαίνει’’ μπρος στο ά – λογο, ούτε ‘’βγαίνει’’ τίποτε απ’ τον θεόκλειστο αυτό κόσμο. Όμως είναι κάτι – και ΣΥ ΕΙΣΑΙ.)
Μη σε νοιάζει τι θα σου λένε όσοι δεν καταλαβαίνουν.
Εσύ γράφε αυτά που νιώθεις – που πολύ σωστά, πολύ βαθιά και τόσο ματωμένα ζεις και νιώθεις, χωρίς ν’ ακούς μάταιες φωνές γύρω σου…
Σκέφτομαι τι έρημη θάσαι εκεί στα ηλίθια Γιάννενα – πούχουν και … Πανεπιστήμιο λέει κιόλα, έ; Και δεν σε διδάσκουν;
Θα τους έλεγα των ηλίθιων άδειων: Δεν κάθονται να σε διδάσκουν, ‘’από έδρας’’ μπας και ειδοποιήσουν για κάτι τα έρμα τα’ άτυχα παιδιά;
Ε, τι να σου πω; Να είσαι καλά (ή … κακά – ή … ό,τι είσαι – κι όλο και παραπάνω και βαθύτερα αυτό που είσαι).
Και δεν τυπώνεις ευτυχώς ‘’κρίσεις’’ ψευτών! Κράτησα για την Ανθολογία πάρα πολλά σου ποιήματα – και όλα της ‘’πόρνης’’.
 
Ρένος Αποστολίδης
Κριτικός Λογοτεχνίας, Φιλόλογος
 
 
 
 
«… Στα « 69 ποιήματα αγάπης», βρίσκεις το αίσθημα και την έκφραση μιας αληθινής μεγάλης ποιήτριας…»
 
Δημήτρης Χατζής
Λογοτέχνης
 
 
          H Αρραβωνιαστικιά του ποταμού
 
                                                                    Με φόντο τα
                                      Ερειπωμένα σπίτια στο Μαυρονόρος
                                     Που φωσφορίζανε σιγανά κάτω από
                                                         Τα δροσερά άστρα
   
                                                                         
 
Θα σε πάω σ’ ένα μέρος Ακριβό, μου είχε πει πολλή ώρα πριν περάσουμε το εκκλησάκι του δρόμου με τους Αγίους.
Ήτανε νύχτα κι ούτε που πρόσεξα – μα οι Άγιοι κάθονταν στα σκοτεινά!
Είχε φέρει μαζί του κεράσματα, κουραμπιέδες και πορτοκάλια!
          που τάχε κρύψει;
Μούδωσε κι ένα χαρτί στο δρόμο κάτι σαν ποίημα
«Χτυπάν νερά / τρυπάν την πέτρα». Για ένα ποτάμι έλεγε θαρρώ. Κύτταγα έξω όμως, την αύρα ερημιάς στις οξυές κι αφηρημένα το φύλαξα στην τσέπη μου.
Που να τα φανταζόμουν τότε όλα!
 
 Άναψε το καντήλι στους Αγίους
Και φύγαμε.
Δεν θυμάμαι αν έκλεισε
Την θρυμματισμένη πόρτα
Πίσω μας!
Πριν λίγο όμως
Με είπε αρραβωνιαστικιά
Του ποταμού
Κρέμασε γύρω
Απ’ τα μαλλιά μου
Σαν άσπρα ρόδα
Τους μίσχους της ανάσας του
Με κείνα τα πανάρχαια χέρια,
που πήραν
Το χέρι μου μέσ’ το σκοτάδι,
          όχι δεν ήταν σκοτάδι,
Νύχτα ήταν
που μάτωνε
σαν πατητήρι μαύρου κρασιού.
Και μ’ οδηγούσε το χέρι του
διασχίζοντας την σιωπή
γινόταν πέτρα, πέτρες πολλές
να πατήσω
– μη και γλιστρήσω!
Κι εγώ τότε
νερό ήμουν και κυλούσα πάνω στις πέτρες
          κυλώ αέναα
 
Είσαι αρραβωνιαστικιά
του ποταμού
μου είπε και κρατώντας μου το χέρι
Χτυπήσαμε όλες τις πόρτες
– αν και δεν ήταν κλειδωμένες
κι είχαν επάνω κάτι σημάδια μυστικά
          σαν αιχμαλωτισμένες αγριαπιδιές
βαθιά χωμένες
μέσα στην σάρκα του ξύλου
– εσύ τις αναγνώριζες
που ήξερες ένα – ένα
τα δέντρα του βουνού
μου άφηνες για λίγο το χέρι
και σαν να πόναγαν τις ακουμπούσες
και άνοιγαν!
όλοι με γνώριζαν
όλοι λέγανε
«είναι η αρραβωνιαστικιά
του ποταμού, φέρτην στο τραπέζι»
Κι έμπαινα εγώ
βράδυ και νύχτα και μέρα των αστεριών
σ’ όλα τα σπίτια
και συ δεν μου άφηνες το χέρι,
– εγώ δεν στ’ άφηνα!
Και καθόμασταν στο τραπέζι
κι όλοι μας κέρναγαν
Μια κούπα
ψωμί κρασί φωτιά μαζί.
Τότε εγώ έγερνα λίγο
Ονειρευόμουν, ξάπλωνα πάνω
Στη φτερούγα του πουλιού,
– που να ξέρω τι πουλί ήταν!
Πώς να το ξεχωρίσω μεσ’ τη νύχτα!
και συ που θάξερες
βιαζόσουνα και φεύγαμε
και μόλις που προλάβαινα
να υπερασπιστώ την βιασύνη σου
ν’ αφήσω ένα ποίημα
στο τραπέζι.
Τι σ’ έπιασε ξαφνικά
και ξάπλωσες στη γη;
Εγώ νόμισα, έπεσες
κι έπεσα κι εγώ!
Η φωτιά της κούπας
σου είχε κάψει
το όμορφο πουκάμισο
και είδα τον σπαραγμό
Των σπλάχνων σου
Είναι οι σπασμοί του κρασιού
είπες εσύ
και μ’ έσφιγγες επάνω σου
          Πως μ’ έσφιγγες επάνω σου!
σα να τράβαγες τα θυρόφυλλα του ανέμου
να προστατευτείς
Και πως με κύτταγες!
σαν λεύτερο όνειρο
που θα χανόταν!
Τότε, τα στήθια μου
σαν κομμένα διαμάντια
σε μάτωσαν!
Σηκώθηκες
Φαίνεται θα φύσηξε
Το αεράκι
          εγώ δεν τ’ άκουσα,
αλλά για κάποιες στιγμές
έχασες την ισορροπία σου
τον τρόπο που βάδιζες πριν
έτρεξα να σου πιάσω το χέρι
να ενθαρρύνω σιγά τον εαυτό μου
και άγγιξα
κερήθρα μέλι και ερημιά.
«Είσαι η αρραβωνιαστικιά
του ποταμού»
είπες
«κι εγώ υποκλίνομαι
στη χάρη και τη δύναμή του»
Άναψες το καντήλι στους Αγίους
και φύγαμε.
 

ΑΝΝΑ ΔΕΡΕΚΑ

 

Βραβεία - Διακρίσεις

Το ποιητικό της έργο παρουσιάστηκε και αναγνώστηκε σε πολλούς χώρους, με κορωνίδα, το Ωδείο Ηρώδου Αττικού στην Αθήνα, την 1η Ιουνίου 1994 

Το σπουδαστικό έτος 2003-2004 στο Πανεπιστήμιο της Lecce στο τμήμα Γλωσσών και Λογοτεχνίας εκπονήθηκε Διδακτορική Διατριβή από την Ιταλίδα μεταπτυχιακή φοιτήτρια Katia Sicuro πάνω στη ζωή και το έργο της ποιήτριας Άννας Δερέκα. Η Διατριβή είχε τον τίτλο: «ANNA DEREKA ,LA POETESA. La sua vita tra urlo e silencio» .
Τιμήθηκε από το Δήμο της Lecce και το Πανεπιστήμιο της πόλης στα πλαίσια της μεγάλης ετήσιας διοργάνωσης «Poeti del Mediterraneo», η οποία το 2004 ήταν αφιερωμένη στην Ελλάδα. Στο Castello di Carlo V η ποιήτρια εκπροσώπησε την Σύγχρονη ποίηση στην Ελλάδα. Την παρουσίαση του έργου της έκανε ο Κοσμήτορας της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων κ Ερατοσθένης Καψωμένος.
Με αφορμή τον επίσημο εορτασμό του Αγίου Νικολάου, ο Δήμος του Μπρίντιζι στην Ιταλία τίμησε την ποιήτρια και παρουσίασε το βιβλίο της «Στάσις Άγιος Νικόλαος».
Το 2008, (29, 30, και 31 Αυγούστου), η ποιήτρια τιμάται στο μεγάλο Φεστιβάλ Κουλτούρας «DialogArTe» της Ιταλίας. Τέσσερις ποιητές της Μεσογείου, καλούνται να εκπροσωπήσουν τις χώρες τους στον μεγάλο Ιταλικό θεσμό «Ποιητές της ΜΕΣΟΓΕΙΟΥ», Κορσική, Μάλτα, Αλβανία, Ελλάδα. Από την Ελλάδα η Άννα Δερέκα.
Το BBC τον Ιούλιο του 2003 κινηματογραφεί την Άννα Δερέκα, η οποία αναβιώνει μέσα από το βιβλίο της «Υδάτινες Φλέβες» τον πνιγμό της Κυρά Φροσύνης και των 17 γυναικών. Η Βρετανική τηλεόραση στα Ιωάννινα, κινηματογραφεί ένα ωριαίο επεισόδιο για την εκπομπή της «Θρύλοι του κόσμου» με σκηνοθέτιδα την περίφημη Colette Thomson.
H RAI τον Δεκέμβριο του 2006, (6 Δεκεμβρίου, ημέρα του Αγίου Νικολάου), παρουσιάζει σε ωριαία εκπομπή της την ποιήτρια, να μιλήσει για το πώς εμπνεύστηκε μια συλλογή ποιημάτων, «Στάσις Άγιος Νικόλαος», από ένα μικρό κοιμητήριο των Ιωαννίνων (Άγιος Νικόλαος Κοπάνων).
Στην ΕΤ3 την Κυριακή 3 Απριλίου 2005, στην εκπομπή «Δρομολόγια Εσωτερικού» η Άννα Δερέκα μιλάει για την Ήπειρο και το έργο της.

Στο Τρίτο Πρόγραμμα της ΕΡΑ ,στην εκπομπή «Περιπλανώμενη Σχεδία», γίνεται ωριαίο αφιέρωμα στο έργο της ποιήτριας «Επάργυρον».